- ἀναρρίπτηται
- ἀναρρί̱πτηται , ἀναρρίπτωthrow uppres subj mp 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ἀναρριπτῆται — ἀναρρῑπτῆται , ἀναρρίπτω throw up pres subj mp 3rd sg ἀναρρῑπτῆται , ἀναρρίπτω throw up pres ind mp 3rd sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)